A Familiar Place

 

Where do my memory's blurry and possibly reconstructed images from a carefree vacation spot meet those of today, recorded on digital files through the camera? How is this particular place photographed by me?

These questions were the reason for me to photograph in the present tense spaces and details of them that remind me of something, persons related to me and this place. At the same time, I looked for photos in forgotten family albums to establish what I suspected: only irrefutable testimonies were not of events stored in my memory filtered, selective and not unflinchingly faithful. The next step was to adopt memories of other people, unknown to me, residents and vacationers of this place, through their photos that I found while searching. It was no longer difficult for me, without qualms, to place side by side, like interlocutors, persons and places that have never met in any life. To choose, with my own criteria, some meeting points of my imaginary image with the image of reality.

A reality that is constantly changing: shops and modern buildings with swimming pools are set up in the open spaces, new residents (refugees from the densely populated urban fabric of the capital) settle permanently, bringing with them their urban habits, in an area that began to develop and acquire a character as a purely holiday resort with the mentality of the '70s. But which, nevertheless, never ceases to remind me of myself walking it into the past, often with faces that I did not happen to meet in my real life. No change seems capable of preventing me from seeing myself somewhere there, on the stage, in front of or behind any scenery that tries to adapt itself to the circumstances.

 

Που συναντιούνται οι θολές και πιθανώς ανακατασκευασμένες εικόνες της μνήμης μου από έναν τόπο ανέμελων διακοπών με εκείνες του σήμερα, εγγεγραμμένες σε ψηφιακά αρχεία διαμέσου της κάμερας; Πως είναι ο συγκεκριμένος τόπος φωτογραφημένος από εμένα;

Αυτά τα ερωτήματα στάθηκαν η αιτία για να φωτογραφήσω στον παρόντα χρόνο χώρους και λεπτομέρειές του που μου θυμίζουν κάτι, πρόσωπα που σχετίζονται με εμένα και τον τόπο αυτόν. Ταυτόχρονα αναζήτησα αναμνηστικές φωτογραφίες σε ξεχασμένα οικογενειακά άλμπουμ για να διαπιστώσω αυτό που υποπτευόμουν: μόνο αδιάψευστες μαρτυρίες δεν ήταν γεγονότων που έχουν αποθηκευτεί στη μνήμη μου φιλτραρισμένα, επιλεκτικά και όχι αδιάσειστα πιστά. Το επόμενο βήμα ήταν να υιοθετήσω -με ευκολία- αναμνήσεις άλλων, άγνωστων σε εμένα προσώπων, κατοίκων και παραθεριστών του τόπου αυτού, μέσω των φωτογραφιών τους που βρήκα ψάχνοντας. Δε μου ήταν δύσκολο πλέον, χωρίς ενδοιασμούς, να τοποθετήσω δίπλα- δίπλα, σαν συνομιλητές, πρόσωπα και μέρη που σε καμιά ζωή δεν έχουν συνευρεθεί. Να επιλέξω εγώ, με δικά μου κριτήρια, κάποια σημεία συνάντησης της φαντασιακής εικόνας μου με την εικόνα της πραγματικότητας.   

Μιας πραγματικότητας που συνεχώς αλλάζει: στις αλάνες στήνονται καταστήματα και σύγχρονα κτίρια με πισίνες, νέοι κάτοικοι (αποδράστες του πυκνοκατοικημένου αστικού ιστού της πρωτεύουσας) εγκαθίστανται μόνιμα φέροντας μαζί τις αστικές τους συνήθειες, σε μια περιοχή που άρχισε να αναπτύσσεται και να αποκτά φυσιογνωμία ως αμιγώς παραθεριστική με τη νοοτροπία του ’70. Αλλά που, παρόλα αυτά, δεν παύει να μου θυμίζει τον εαυτό μου να τον περπατάει «σε πολλά κάποτε», συχνά και με πρόσωπα που δεν έτυχε να συναντήσω στην πραγματική ζωή μου. Καμία αλλαγή δε μοιάζει ικανή να με εμποδίσει να με βλέπω κάπου εκεί, στη σκηνή, μπροστά ή πίσω από οποιοδήποτε σκηνικό που δοκιμάζει για να προσαρμοστεί στις περιστάσεις.